Ναύπλιο

Η πιο διαδεδομένη εκδοχή θέλει την αργολική πρωτεύουσα να «βαφτίστηκε» από τον Ναύπλιο, γιο του Ποσειδώνα που φέρεται να ίδρυσε την Ναυπλία. Αρχαίες πηγές, ωστόσο, υποστηρίζουν πως το τοπωνύμιο «Ναυπλία» προϋπήρχε του μυθικού ήρωα, και πως αναφέρεται στο «καλό αραξοβόλι» που προσέφερε στα καράβια (εκ του ναύς και πλέω).

28/11/12

Η αντιδυναστική επανάσταση στο Ναύπλιο

Ήδη από το 1861 η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα ήταν έκρυθµη και το αντι-δυναστικό κλίµα όλο και εντείνονταν τόσο µέσα από την αντιπολιτευτική πο­λιτική του Τύπου όσο και από τις διάφορες αντικα­θεστωτικές συνωµοσίες. 
Η εκρηκτική ατµόσφαι­ρα εναντίον της Δυναστείας εκτινόταν σε ολόκλη­ρη την Ελλάδα και ο εορτασµός µάλιστα της 25ης Μαρτίου στάθηκε αφορµή να γίνει ολοφάνερη η αντίδραση του λαού εναντίον του καθεστώτος.

Σε πολλές πόλεις της επικρατείας, όπως στο Άργος, την Πάτρα, το Ναύπλιο, οργανώθηκαν αντικαθεστωτικά συµπόσια και εκφωνήθηκαν επαναστατικοί λόγοι. Στη δε Αθήνα η ατµόσφαι­ρα παρέµενε σε ένταση αρκετούς µήνες εξ αιτί­ας του βίαιου και ανελεύθερου τρόπου που είχαν γίνει οι εκλογές. Επίσης τα πνεύµατα ερέθισε και η στάση της αστυνοµίας, που - όπως καταγγελ­λόταν από τον Τύπο της εποχής - είχε δηµιουρ­γήσει κλίµα τροµοκρατίας σε βάρος των πολιτών. Σε αυτές τις αντιδράσεις, στις οποίες κυρίαρχο ρόλο έπαιζε η νεολαία της εποχής, συµµετείχαν και πολλοί αξιωµατικοί. 
Όλοι εναντιώνονταν στον Όθωνα, τον οποίο κατηγορούσαν ότι παραβίαζε το σύνταγµα και κυβερνούσε δεσποτικά. Αποκο­ρύφωµα των αντιδράσεων υπήρξε η δολοφονική απόπειρα εναντίον της βασίλισσας Αµαλίας στις 6 Σεπτεµβρίου, η οποία είχε ως δράστη τον δεκα­οκτάχρονο Αριστείδη Δόσιο. Μέσα σε αυτή την έκρυθµη κατάσταση κυκλοφορούσαν φήµες για ανάθεση σχηµατισµού κυβέρνησης στον λαοφιλή ναύαρχο Κανάρη, προκειµένου να κατευναστούν τα οξυµµένα πνεύµατα. Έτσι στις 10 Ιανουαρίου του 1962 ο Κανάρης πέρασε την πύλη των ανα­κτόρων και συζήτησε µε τον Όθωνα.

Δυο µέρες αργότερα ο ναύαρχος κατέθεσε γραπτό υπόµνηµα που από αυτό εξαρτούσε την αποδοχή της πρότασης του Όθωνα να αναλάβει την κυβέρνηση. Ο Όθωνας δέχτηκε το περιεχό­µενο του υποµνήµατος, που µεταξύ άλλων ζητού­σε διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών, αναθεώρηση της νοµοθεσίας για τον Τύπο ώστε να καθιερωθεί νοµοθετικά η ελευθεροτυπία, εκλογή των υπουρ­γών από τον πρόεδρο της κυβέρνησης, κατάργη­ση του ανακτοβουλίου και άλλα σοβαρά µέτρα εκδηµοκρατισµού του πολιτεύµατος. Ωστόσο το ζήτηµα δεν ήταν τόσο απλό και αυτό φάνηκε στις αξιώσεις για τους υπουργικούς θώκους.

Τελικά ξεπεράστηκαν οι δυσκολίες και ο κατά­λογος µε τα ονόµατα της κυ βέρνησης έγινε επίσης δεκτός από τον Όθωνα. Στη συνέχεια όµως ενέ­σκηψαν νέες απαιτήσεις από τον Βούλγαρη και τον Χρηστίδη, έτσι που τελικά ο Όθωνας δεν δέ­χτηκε τα νέα πρόσωπα και απήλλαξε τον Κανάρη από το να συνεχίσει τις προσπάθειές του, πράγµα που δυσαρέστησε πολύ το λαϊκό αίσθηµα. Ο λαός είχε εναποθέσει πολλές ελπίδες στον σχηµατισµό κυβέρνησης από τον Κανάρη και η απογοήτευσή του υπήρξε µεγάλη, όπως και οι αντιδράσεις που ακολούθησαν.

Η αντίδραση στο Ναύπλιο

Η ατµόσφαιρα µετά τη µαταίωση της κυβέρνη­σης Κανάρη, όχι µόνο στην Αθήνα, αλλά και σ’ άλ­λες πόλεις, υπήρξε ιδιαίτερα φορτισµένη. Είναι χαρακτηριστικό σχετικό υπόµνηµα του υπουργού Εσωτερικών Χ. Χριστόπουλου προς την Αυτού Με­γαλειότητα τον βασιλέα προκειµένου να τον ενη­µερώσει για την κατάσταση που διαµορφωνόταν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας όπως η Τρίπολη, το Αργος κ.ά.

Ωστόσο η µεγαλύτερη αντίδραση εναντίον του καθεστώτος ήταν αυτή που σηµειώθηκε στο Ναύ­πλιο. Μια αιτία ήταν ότι στο Ναύπλιο είχαν φυλα­κιστεί και εκτοπιστεί πολλοί αξιωµατικοί ήδη από το 1861 ως αντιδυναστικοί. Στην πόλη τα πνεύµα­τα ήταν ιδιαίτερα οξυµµένα και από µήνες οι αντι­δράσεις ήταν έντονες και έφτασαν στο σηµείο να κυκλοφορήσουν προκηρύξεις που εξέφραζαν τη λύπη τους για την αποτυχία της απόπειρας εναντί­ον της ζωής της βασίλισσας. «Άθλιοι µάλλον κλαύ-σατε παρά να πανηγυρίζετε διά την αποτυχίαν».

Ήδη από τον Ιανουάριο του 1862 στους αντι­πολιτευόµενους αξιωµατικούς προστέθηκε και ο υπολοχαγός Δηµήτρης Θ. Γρίβας, που είχε συλ­ληφθεί στην Αθήνα και στάλθηκε στο Ναύπλιο προκειµένου να φυλακιστεί στο Παλαµήδι. Εκεί ο Γρίβας, προσποιούµενος τον άρρωστο, ήρθε σε επαφή µε διάφορους αντικαθεστωτικούς: τον υπίλαρχο Τριτάκη, τον υπολοχαγό Κατσικογιάν-νη και τον αντισυνταγµατάρχη Μίχα. Δίπλα στους στρατιωτικούς συντάχτηκαν και διάφοροι επιφα­νείς πολίτες, όπως ο υποπρόξενος του Βελγίου Σ. Ζαβιτσιάνος, ο δήµαρχος Πολυχρόνης Ζαφειρό-πουλος, ο εφέτης Γ. Πετµεζάς, ο πρωτοδίκης Π. Μαυροµιχάλης, πολλοί δικηγόροι και µεταξύ αυ­τών µια γυναίκα, η Καλλιόπη Παπαλεξοπούλου, το σπίτι της οποίας υπήρξε ένα από τα σημαντι­κότερα αντιδυναστικά κέντρα. Η δυναμική αυτή γυναίκα ήταν «προσόμοιος των γυναικών των πολιτευθεισών κατά την Γαλλικήν Επανάστασιν, μετέδιδε διά της φλεγούσης ευγλωττίας της τας ανατρεπτικάς αυτής ιδέας, παρέσυρε πάντας εις την στάσιν, προέτρεπε και ενεθάρρυνε την νεο-λαίαν… και εγένετο μια των κυριοτέρων αφορ­μών της επισπεύσεως της στάσεως».

Η επανάσταση

Ως μέρα της επαναστάσεως εναντίον του δυ­ναστικού καθεστώτος του Όθωνα ορίστηκε η 3η Φεβρουαρίου 1862. Ωστόσο, εξαίτιας του εντο­πισμού κάποιων επιστολών του Ζαβιτσιάνου και του Μίχου σε φιλικά τους πρόσωπα στην Αθήνα, επισπεύστηκαν οι ενέργειες και η επανάσταση εκδηλώθηκε τη νύχτα της 31ης Ιανουαρίου ξη­μερώματα 1ης Φεβρουαρίου. Ο Ζαβιτσιάνος με δέκα άντρες συνέλαβε αμέσως τον νομάρχη. Στο μεταξύ ο λαός τάχτηκε πρόθυμα με το μέρος των εξεγερθέντων. Αμέσως οι στρατιωτικοί της Ακροναυπλίας δέχτηκαν με ζητωκραυγές την εί­δηση της εξέγερσης και έφτασαν στην πόλη τη στιγμή που ήδη είχαν καταληφθεί όλα τα δημό­σια κτίρια και φρουρούνταν από τους επαναστά­τες. Λίγο αργότερα καταλήφθηκε το Παλαμή­δι. Συστήθηκε προσωρινή κυβερνητική επιτρο­πή, η οποία εξέδωσε προκήρυξη προς τον λαό με τα βασικά αιτήματα της επανάστασης. «Αον Κατάπτωσις του συστήματος, πιστώς υπηρετου-μένου υπό της μέχρι τούδε κυβερνήσεως και αναγόρευσις νέου εγγυωμένου τας ελευθερίας του λαού... Βον Διάλυσης της διά βιαίων μέσων συστηθείσης και μέχρι τούδε υπαρχούσης Βου­λής και Γον Συγκρότησης εθνοσυνελεύσεως...». Η επαναστατική προσωρινή κυβέρνηση έστειλε έγγραφο προς τις Μεγάλες Δυνάμεις εξηγώντας τους λόγους της εξέγερσης. Ως στρατιωτικός αρ­χηγός της επανάστασης ορίστηκε ο αντισυνταγ­ματάρχης Αρτέμης Μίχος. Ο φυλακισμένος στην Ακροναυπλία αντισυνταγματάρχης Πάνος Κορω-ναίος διορίστηκε αρχηγός των γενικών επιτε­λών, ο Μπότσαρης φρούραρχος του Ναυπλίου, ο Ζυμβρακάκης φρούραρχος του Παλαμηδίου. Ο Κορωναίος μάλιστα πρότεινε να εκστρατεύσουν εναντίον της Αθήνας, πρόταση που αποκρούστη­κε μεταξύ άλλων με το σκεπτικό ότι θα ξεσπού­σε και εκεί επανάσταση. Κρίνοντας εκ των υστέ­ρων την πρόταση του Κορωναίου, η επανάσταση θα είχε πάρει πιθανότατα διαφορετική τροπή από αυτή που κατέληξε.

Οι εξελίξεις στο Ναύπλιο είχαν ως αποτέλε­σμα να προβληματίσουν έντονα την κυβέρνη­ση και να τρομάξουν τον βασιλιά. Έπειτα από αστραπιαίες κινήσεις αποφάσισαν να αντιδρά­σουν στην εξέγερση φοβούμενοι τυχόν ενδυνά­μωση και εξάπλωσή της. Έτσι δόθηκαν διαταγές να οργανωθεί στρατόπεδο στην Κόρινθο υπό τις διαταγές του υποστρατήγου Χαν. Ταυτόχρονα έστειλαν τον Γενναίο Κολοκοτρώνη στους Μύ­λους για να θέσει την εξέγερση υπό τον έλεγχό του. Η άμεση αντίδραση της κυβέρνησης είχε αποτελέσματα και στις 3 Φεβρουαρίου, υπό την παρουσία του Όθωνα, συγκεντρώθηκε αρκετός στρατός στην Κόρινθο.

Η καταστολή της επανάστασης

Από τα Δερβένια της Κορινθίας ξεκίνησε η κα­ταστολή της επανάστασης, αφού εκεί δόθηκε η πρώτη μάχη για να ακολουθήσουν μια σειρά συ­γκρούσεων, οι οποίες έλαβαν τέλος στις 8 Απρι­λίου, όταν η επαναστατημένη πόλη έπειτα από δυο και πλέον μήνες έπεσε στα χέρια των κυβερ­νητικών δυνάμεων. Πολυήμερες υπήρξαν και οι διαπραγματεύσεις για την παράδοση των επανα­στατών. Τελικά η πόλη έπεσε κατόπιν δεσμεύσε­ως από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων ότι θα δοθεί αμνηστία με σχετικό διάταγμα, από το οποίο ωστόσο θα εξαιρούνταν 19 άτομα (12 στρατιωτικοί και 7 πολίτες). Τελικά ύστερα από έναν νέο γύρο συνεννοήσεων σχετικά με την τύ­χη των 19 ατόμων που δεν δεχόταν να αμνηστεύ-σει, η κυβέρνηση έκανε δεκτό το αίτημά τους προκειμένου να απομακρυνθούν από την Ελλά­δα επιβιβαζόμενοι σε δυο ξένα πλοία. Έτσι στις 8 Απριλίου ο κυβερνητικός στρατός μπήκε στο Ναύπλιο περνώντας μπροστά από τη φρουρά των επαναστατών, που είχε παραταχθεί στην είσοδο της πόλης. Ωστόσο, καθώς μαρτυρά και ο Κυρια-κίδης, «Αλλ’ εάν η Ναυπλιακή στάσις κατεστάλη το χυθέν αδελφικόν αίμα βαθυτέραν την διαίρε-σιν κατέστησεν».

Εφημερίδα "Το Ποντίκι", 2/2/2012